-
1 υγραντικά
ὑγραντικόςfit for wetting: neut nom /voc /acc plὑγραντικά̱, ὑγραντικόςfit for wetting: fem nom /voc /acc dualὑγραντικά̱, ὑγραντικόςfit for wetting: fem nom /voc sg (doric aeolic) -
2 ὑγραντικά
ὑγραντικόςfit for wetting: neut nom /voc /acc plὑγραντικά̱, ὑγραντικόςfit for wetting: fem nom /voc /acc dualὑγραντικά̱, ὑγραντικόςfit for wetting: fem nom /voc sg (doric aeolic) -
3 υγραντικών
-
4 ὑγραντικῶν
-
5 υγραντικόν
ὑγραντικόςfit for wetting: masc acc sgὑγραντικόςfit for wetting: neut nom /voc /acc sg -
6 ὑγραντικόν
ὑγραντικόςfit for wetting: masc acc sgὑγραντικόςfit for wetting: neut nom /voc /acc sg -
7 υγραντική
-
8 ὑγραντικῇ
-
9 υγραντικαί
-
10 ὑγραντικαί
-
11 υγραντικοίς
-
12 ὑγραντικοῖς
-
13 υγραντικού
-
14 ὑγραντικοῦ
-
15 υγραντικοί
-
16 ὑγραντικοί
-
17 υγραντικούς
-
18 ὑγραντικούς
-
19 υγραντικωτέραν
-
20 ὑγραντικωτέραν
- 1
- 2
См. также в других словарях:
ὑγραντικά — ὑγραντικός fit for wetting neut nom/voc/acc pl ὑγραντικά̱ , ὑγραντικός fit for wetting fem nom/voc/acc dual ὑγραντικά̱ , ὑγραντικός fit for wetting fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑγραντικῶν — ὑγραντικός fit for wetting fem gen pl ὑγραντικός fit for wetting masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑγραντικόν — ὑγραντικός fit for wetting masc acc sg ὑγραντικός fit for wetting neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑγραντικαί — ὑγραντικός fit for wetting fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑγραντικοῖς — ὑγραντικός fit for wetting masc/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑγραντικοί — ὑγραντικός fit for wetting masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑγραντικοῦ — ὑγραντικός fit for wetting masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑγραντικούς — ὑγραντικός fit for wetting masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑγραντικωτέραν — ὑγραντικωτέρᾱν , ὑγραντικός fit for wetting fem acc comp sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑγραντικωτέρου — ὑγραντικός fit for wetting masc/neut gen comp sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑγραντικῇ — ὑγραντικός fit for wetting fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)